Κλιματικές και κοινωνικές αλλαγές στην Κύπρο την τελευταία χιλιετία
Ένα πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από τη Γαλλική Εθνική Υπηρεσία [(French National Agency (ANR)] και το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας [National Center for Scientific Research (CNRS)] μελετά την αλληλεπίδραση μεταξύ των διακυμάνσεων στο κλίμα, τις αλλαγές στο τοπίου και των εμφανίσεων ασθενειών στην Κύπρο τους τελευταίους εννέα αιώνες.
Από το 2021, επιστήμονες με επικεφαλής την Δρ. Carole Nehme από το Πανεπιστήμιο της Ρουέν (Γαλλία), με το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Karlsruhe – KIT (Γερμανία), το Centre de Recherches en Environnement-Espace Mediterranee Orientale-CREEMO του Πανεπιστημίου Saint-Joseph της Βηρυτού (Λίβανος), και το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας στην Κύπρο συνεργάζονται για να κατανοήσουν πώς διαμορφώθηκε το τοπίο από το κλίμα και την Κυπριακή κοινωνία από την εποχή των Ενετών μέχρι τώρα, και πώς επηρέασε την εμφάνιση μολυσματικών ασθενειών όπως ο τύφος και η ελονοσία.
Πολλές μελέτες δείχνουν ότι οι υδρολογικές διακυμάνσεις στην Εγγύς Ανατολή ήταν δυσμενείς για τις ευάλωτες κοινωνίες. Για παράδειγμα, το νησί γνώρισε αρκετές περιόδους ξηρασίας, πείνας και εξάπλωσης ασθενειών όπως επιδημίες πανώλης από τον 12ο αιώνα. Η ελονοσία ήταν ενδημική στο νησί και μια από τις κύριες αιτίες θανάτου στις αρχές του 20ου αιώνα.
Ο Καθηγητής Emmanuel Eliot, ειδικός στη Γεωγραφία της Υγείας, συνεργάζεται με τους Βιολόγους Δρ. Ίρις Χαραλαμπίδου και Καθ. Salih Gucel και τον κ. Κυριάκο E. Γεωργίου, Ανώτερο Διοικητικό Λειτουργό στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας. Συλλέγουν δεδομένα επιδημιών και τοπίων από τον Μεσαίωνα μέχρι σήμερα (παλαιοί χάρτες, εφημερίδες, απογραφές, συλλογές ιστορικών, αναφορές) που είναι προσβάσιμα σε διάφορα αρχεία (π.χ. Κρατικά αρχεία Κυπριακής Δημοκρατίας, Ερευνητικό Κέντρο Κύκκου, ιδρύματα όπως το Ίδρυμα Σεβέρη (CVAR) στη Λευκωσία, δημοτικά αρχεία Λάρνακας και Λεμεσού, βιβλιοθήκες στην Κύπρο και στο εξωτερικό). Τα δεδομένα συγκεντρώνονται σε ένα Γεωγραφικό Σύστημα Πληροφοριών που περιλαμβάνει δείκτες για την ευπάθεια, όπως ασθένειες (π.χ. τύφος, ελονοσία, πανώλη) ή επιθέσεις ακρίδων και δείκτες εξέλιξης του τοπίου (αρδευτικά συστήματα, χρήση γης κ.λπ.). Επιπλέον, η Δρ. Χαραλαμπίδου μαζί με τον Καθ. Έλιοτ επιβλέπουν μια διδακτορική φοιτήτρια που εργάζεται πάνω στις αλληλεπιδράσεις μεταξύ της ελονοσίας και των αλλαγών του τοπίου κατά τη διάρκεια της Βρετανικής αποικιοκρατίας στην Κύπρο κατά τον 20ό αιώνα.
Παράλληλα, η Δρ. Jocelyne Gerard, Κλιματολόγος στο κέντρο CREEMO-USJ στη Βηρυτό (Λίβανος) συγκεντρώνει δεδομένα καιρού που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια της Βρετανικής κυριαρχίας και δημοσιεύθηκαν στο Cyprus Gazette και στα Cyprus Blue Books. Τα δεδομένα θερμοκρασίας και βροχοπτώσεων των σταθμών σε όλο το νησί περιγράφουν τις γεωγραφικές διακυμάνσεις του καιρού από τα τέλη του 19ου έως τον 20ό αιώνα. Για την ολοκλήρωση της κλιματικής σειράς κατά την τελευταία χιλιετία, η Δρ. Carole Nehme, επικεφαλής του έργου και Παλαιοκλιματολόγος, ανακατασκευάζει κλιματικούς δείκτες από φυσικά αρχεία, όπως σπηλαιόθεμα (speleothems). Τα σπηλαιόθεμα είναι ιζήματα ασβεστίτη που εναποτίθενται σε σπηλιές όπου η ανάπτυξη εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα του νερού.
Τέτοιες αποθέσεις είναι γνωστό ότι συνδέονται με την ποσότητα της βροχόπτωσης και τη θερμοκρασία. Η γεωχρονολογική χρονολόγηση με την χρήση Ουρανίου-Θορίου και η καταμέτρηση των ελασμάτων επιτρέπει την ανακατασκευή των παραλλαγών του υδροκλίματος για αρκετές χιλιάδες χρόνια.
Σε συνεργασία με Κύπριους σπηλαιολόγους και με την άδεια του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης Κύπρου, συλλέχθηκαν πολλά σπηλαιόθεμα στις σήραγγες Αμιάντου, Qanats (Λαγούμια) και φυσικών σπηλιών. Μερικοί από τους σταλαγμίτες, που αναλύθηκαν στο KIT σε συνεργασία με τον Δρ. Tobias Kluge, αποκάλυψαν διακυμάνσεις του κλίματος στην Κύπρο μεταξύ περιόδων ξηρασίας και υγρασίας τα τελευταία 900 χρόνια. Τα τελευταία αποτελέσματα δείχνουν ότι ο 15ος και 19ος αιώνας ήταν εξαιρετικά ξηροί σε σύγκριση με πιο βροχερές συνθήκες κατά τον 16ο και 17ο αιώνα. Ωστόσο, ο 19ος αιώνας ήταν εξαιρετικά ξηρός στο νησί. Ιστορικά δεδομένα σχετικά με την πείνα, τις ελλείψεις σε αγροτικά προϊόντα και τα ξεσπάσματα ασθενειών συγκεντρώνονται τώρα και αναλύονται για να γίνει σύγκριση με παλαιότερες κλιματικές παραλλαγές από σταλαγμίτες και δημοσιευμένα δεδομένα δακτυλίων δέντρων.
Ένα τέτοιο διεθνές έργο είναι μια πολύτιμη συμβολή στην κατανόηση της κλιματικής παρέμβασης με τη χρήση γης και τις εστίες ασθενειών στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Το δίκτυο των επιστημόνων που συνεργάζονται θα βοηθήσει στη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων, που αρχικά χτίστηκε από διάφορα αρχεία και γλώσσες. Μια προσπάθεια ομογενοποίησης είναι απαραίτητη για να καταστεί η βάση δεδομένων αξιοποιήσιμη για μελλοντική έρευνα στην ανθρώπινη οικολογία.