20.000 διδάκτορες σε μια δεκαετία, σύμφωνα με τη νέα μελέτη του ΕΚΤ
Στους νέους διδάκτορες εστιάζει η νέα μελέτη του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ) "Στατιστικά στοιχεία για τους διδάκτορες που αποφοίτησαν από τα ελληνικά ΑΕΙ το 2015", παρουσιάζοντας μια σειρά από ενδιαφέροντα στοιχεία για το ανθρώπινο ερευνητικό δυναμικό της χώρας.
Όπως επισημαίνει η Διευθύντρια του ΕΚΤ, Δρ Εύη Σαχίνη: "Οι κάτοχοι διδακτορικού τίτλου σπουδών αποτελούν την αιχμή στο ανθρώπινο ερευνητικό δυναμικό, με πολύ υψηλό επίπεδο τυπικών και ουσιαστικών προσόντων, δεξιοτήτων και εξειδικευμένων γνώσεων. Ιδιαίτερη σπουδαιότητα έχουν οι νέοι διδάκτορες οι οποίοι αποφοιτούν κάθε χρόνο από τα ελληνικά Πανεπιστήμια, και οι οποίοι αποτελούν πολύτιμο κεφάλαιο για τη μετάβαση σε μία οικονομία έντασης γνώσης".
Σύμφωνα με τη μελέτη, 1.810 νέοι διδάκτορες από ελληνικά ΑΕΙ αναγορεύθηκαν το 2015, ενώ για την περίοδο 2005-2015, ο αριθμός των αναγορεύσεων νέων διδακτόρων από τα ελληνικά ΑΕΙ ήταν συνολικά 19.929.
Ο αριθμός των αναγορεύσεων νέων διδακτόρων από τα ελληνικά ΑΕΙ κατά την περίοδο 2005-2015 κυμαίνεται περί τα 2.000 άτομα κατ' έτος. Το 2015, το ΕΚΠΑ και το ΑΠΘ αποτελούν τα πανεπιστήμια στα οποία εκπονήθηκαν οι περισσότερες διδακτορικές διατριβές (28% και 18%, αντίστοιχα). Ακολουθούν το ΕΜΠ και τα Πανεπιστήμια Πατρών, Κρήτης και Θεσσαλίας.
Όσον αφορά το φύλο των νέων διδακτόρων, το 2015 καταγράφεται σχεδόν απόλυτη ισοκατανομή ως προς τον αριθμό των ανδρών (50,7%) και γυναικών (49,3%). Όσον αφορά την ηλικία, οι περισσότεροι από τους νέους διδάκτορες, είναι έως 35 ετών (46,6%), ενώ έπεται η ηλικιακή ομάδα 35-44 έτη (38,1%).
Σύμφωνα με την ποσοστιαία κατανομή του κύριου επιστημονικού πεδίου της διδακτορικής διατριβής, οι περισσότερες εξ αυτών αφορούν την Ιατρική και τις Επιστήμες Υγείας (31,6%), ενώ ακολουθούν οι Φυσικές Επιστήμες (24,3%) και οι Κοινωνικές Επιστήμες (23%). Χαμηλότερα ποσοστά καταλαμβάνουν οι Επιστήμες Μηχανικού και Τεχνολογίας, οι Ανθρωπιστικές Επιστήμες και οι Γεωργικές Επιστήμες.
Διερευνώντας το εκπαιδευτικό επίπεδο των γονέων των διδακτόρων, σε ποσοστό 37,6% τουλάχιστον ο ένας από τους δύο γονείς ήταν κάτοχος πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (36,7%). Ακολουθούν οι απόφοιτοι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (32,5%). Οι γονείς κάτοχοι διδακτορικού τίτλου βρίσκονται στην τέταρτη θέση, με ποσοστό 8,5%.
Βασική πηγή χρηματοδότησης των διδακτορικών σπουδών για το 36,8% των νέων διδακτόρων του 2015 ήταν οι προσωπικές αποταμιεύσεις και η υποστήριξη από την οικογένεια, ενώ για το 28,6% ήταν η λήψη υποτροφίας από ελληνικό ίδρυμα.
Οι περισσότεροι από τους διδάκτορες χρειάστηκαν 6 έτη για την ολοκλήρωση της διατριβής τους (26,5%). Παραπλήσια είναι τα ποσοστά εκείνων των διδακτόρων, οι οποίοι χρειάστηκαν 4, 5 και 7 έτη για την ολοκλήρωση της διατριβής τους (14,9%, 16,6% και 15,4%, αντίστοιχα).
Για τους διδάκτορες οι οποίοι διέμειναν στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια των διδακτορικών τους σπουδών, κυρίως για τη διενέργεια έρευνας στο πλαίσιο της διατριβής τους, οι δημοφιλέστερες χώρες ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο (22,6%), η Γερμανία (16,7%) και οι ΗΠΑ (12,1%).
Επισημαίνεται ότι η μελέτη "Στατιστικά στοιχεία για τους διδάκτορες που αποφοίτησαν από τα ελληνικά ΑΕΙ το 2015" είναι η πρώτη της σχετικής σειράς που θα δημοσιεύει το ΕΚΤ σε ετήσια βάση. Αναγνωρίζοντας τη σημασία των νέων διδακτόρων στο ανθρώπινο δυναμικό υψηλής εξειδίκευσης, το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης ως φορέας παραγωγής των εθνικών στατιστικών για την Έρευνα, Τεχνολογία, Ανάπτυξη και Καινοτομία, ενέταξε στις επίσημες στατιστικές του την παραγωγή δεικτών που αποτυπώνουν ουσιώδη χαρακτηριστικά τους. Τα στοιχεία αντλούνται από το Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών που δια νόμου τηρεί από το 1985 το ΕΚΤ, διασφαλίζοντας την πληρότητα στην κάλυψη της πληθυσμιακής αυτής ομάδας.
Με 40.000 διδακτορικές διατριβές, οι περισσότερες από τις οποίες διατίθενται ηλεκτρονικά, το Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών αποτελεί ένα μοναδικό απόθεμα της ελληνικής επιστημονικής παραγωγής και γνώσης με την ερευνητική δραστηριότητα αιχμής.